I. auf·fäl·lig ΕΠΊΘ
II. auf·fäl·lig ΕΠΊΡΡ
- auffällig
-
-
- auffällig
-
- auffällig meist μειωτ
-
- auffällig meist μειωτ
-
- auffällig
-
- auffällig
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.