στο λεξικό PONS
Asi·at (Asi·a·tin) [aˈzi̯a:t], Asi·a·te <-en, -en> [aˈzi̯a:t(ə), aˈzi̯a:tɪn] ΟΥΣ αρσ (θηλ)
-
- Asian
Wellenfront-LASIK ΟΥΣ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Asien-Dollarmarkt ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
ASiR ΟΥΣ ουδ
ASiR συντομογραφία: Arbeitssicherheitsrecht ΟΙΚΟΝ ΔΊΚ
Arbeitssicherheitsrecht ΟΥΣ ουδ ΟΙΚΟΝ ΔΊΚ
Ar·beits·si·cher·heits·recht <-(e)s, ohne pl> ΟΥΣ ουδ ΝΟΜ
Basis-Grundkapital ΟΥΣ ουδ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
quasi-fiskalisch ΕΠΊΘ ΚΡΆΤΟς
Quasi-Kapitalgesellschaft ΟΥΣ θηλ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣ ΔΟΜ
Basis-Trade-Funktionalität ΟΥΣ θηλ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Quasi-Geldmarktfonds ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.