στο λεξικό PONS
seis·mic [ˈsaɪzmɪk] ΕΠΊΘ
2. seismic:
ˈcen·ter ΟΥΣ ΡΉΜΑ μεταβ αμερικ
center → centre
I. cen·tre, αμερικ cen·ter [ˈsentəʳ, αμερικ -t̬ɚ] ΟΥΣ
1. centre (middle):
3. centre (place or building):
4. centre (area of concentration):
5. centre ΜΑΘ:
- centre of a circle
-
6. centre ΑΘΛ:
II. cen·tre, αμερικ cen·ter [ˈsentəʳ, αμερικ -t̬ɚ] ΡΉΜΑ μεταβ
Ορολογία γεωγραφίας της Ernst Klett Sprachen
seismic centre βρετ, seismic center αμερικ ΟΥΣ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.