στο λεξικό PONS
ˈmer·ger agree·ment ΟΥΣ
agree·ment [əˈgri:mənt] ΟΥΣ
1. agreement no pl (same opinion):
2. agreement (approval):
3. agreement (arrangement):
4. agreement (contract, pact):
5. agreement ΧΡΗΜΑΤΟΠ (consistency):
6. agreement ΓΛΩΣΣ:
mer·ger [ˈmɜ:ʤəʳ, αμερικ ˈmɜ:rʤɚ] ΟΥΣ ΟΙΚΟΝ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
merger agreement ΟΥΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣ ΔΟΜ
merger ΟΥΣ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.