στο λεξικό PONS
sys·tem [ˈsɪstəm] ΟΥΣ
1. system (network):
3. system (method of organization):
4. system ΑΣΤΡΟΝ:
5. system (way of measuring):
7. system ΙΑΤΡ:
8. system μειωτ:
adap·tive [əˈdæptɪv] ΕΠΊΘ ΒΙΟΛ
im·mune [ɪˈmju:n] ΕΠΊΘ κατηγορ
2. immune μτφ (not vulnerable):
3. immune ΠΟΛΙΤ, ΝΟΜ (exempt):
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
adaptive immune system ΟΥΣ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- adamantly
- adapt
- adaptability
- adaptable
- adaptation
- adaptive immune system
- adaptive modification
- adaptor
- adaptor molecule
- ADC
- add