στο λεξικό PONS
junc·tion [ˈʤʌŋkʃən] ΟΥΣ
1. junction:
2. junction Η/Υ (connection between wires/cables):
3. junction Η/Υ (region between areas):
Y <pl -s>, y <pl 's [or -'s]> [waɪ] ΟΥΣ
A4 ΟΥΣ βρετ
A συντομογραφία: A level
A1 <pl -'s [or -s]> [eɪ] ΟΥΣ
1. A (hypothetical person, thing):
A <pl -s [or -'s]>, a <pl -'s [or -s]> [eɪ] ΟΥΣ
YWCA2 [ˌwaɪˌdʌbl̩̩ju:si:ˈeɪ] ΟΥΣ (hostel)
-
- ≈ Jugendherberge θηλ
YMCA2 [ˌwaɪemsi:ˈeɪ] ΟΥΣ (hostel)
-
- ≈ Jugendherberge θηλ
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
Y junction ΥΠΟΔΟΜΉ
junction ΥΠΟΔΟΜΉ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Παραδείγματα από το διαδίκτυο (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- yield up
- yield valuation
- yield variation
- yikes
- yin
- Y junction
- ylang-ylang
- YMCA
- yo
- yob
- yobbish