Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. build [βρετ bɪld, αμερικ bɪld] ΟΥΣ
II. build <απλ παρελθ, μετ παρακειμ built> [βρετ bɪld, αμερικ bɪld] ΡΉΜΑ μεταβ
III. build <απλ παρελθ, μετ παρακειμ built> [βρετ bɪld, αμερικ bɪld] ΡΉΜΑ αμετάβ
1. build (construct):
ιδιωτισμοί:
I. built [βρετ bɪlt, αμερικ bɪlt] ΡΉΜΑ παρελθ ΡΉΜΑ μετ παρακειμ
built → build
II. built [βρετ bɪlt, αμερικ bɪlt] ΕΠΊΘ
1. built (made):
2. built (designed):
III. -built ΣΎΝΘ
I. build [βρετ bɪld, αμερικ bɪld] ΟΥΣ
II. build <απλ παρελθ, μετ παρακειμ built> [βρετ bɪld, αμερικ bɪld] ΡΉΜΑ μεταβ
III. build <απλ παρελθ, μετ παρακειμ built> [βρετ bɪld, αμερικ bɪld] ΡΉΜΑ αμετάβ
1. build (construct):
ιδιωτισμοί:
στο λεξικό PONS
II. build <built, built> [bɪld] ΡΉΜΑ μεταβ
2. build μτφ:
III. build <built, built> [bɪld] ΡΉΜΑ αμετάβ
1. build (construct):
I. built [bɪlt] ΡΉΜΑ
built μετ παρακειμ, παρελθ of build
II. built [bɪlt] ΕΠΊΘ
II. build <built, built> [bɪld] ΡΉΜΑ μεταβ
2. build μτφ:
III. build <built, built> [bɪld] ΡΉΜΑ αμετάβ
1. build (construct):
II. build <built, built> [bɪld] ΡΉΜΑ μεταβ
2. build μτφ:
III. build <built, built> [bɪld] ΡΉΜΑ αμετάβ
1. build (construct):
I. built [bɪlt] ΡΉΜΑ
built μετ παρακειμ, παρελθ of build
II. built [bɪlt] ΕΠΊΘ
II. build <built, built> [bɪld] ΡΉΜΑ μεταβ
2. build μτφ:
III. build <built, built> [bɪld] ΡΉΜΑ αμετάβ
1. build (construct):
I | build |
---|---|
you | build |
he/she/it | builds |
we | build |
you | build |
they | build |
I | built |
---|---|
you | built |
he/she/it | built |
we | built |
you | built |
they | built |
I | have | built |
---|---|---|
you | have | built |
he/she/it | has | built |
we | have | built |
you | have | built |
they | have | built |
I | had | built |
---|---|---|
you | had | built |
he/she/it | had | built |
we | had | built |
you | had | built |
they | had | built |
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- sleeveless
- sleeve notes
- sleeve valve
- sleigh
- sleigh bell
- slenderly built
- slenderness
- slept
- sleuth
- S level
- slew