στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia


labbro (m.pl. labbri, f.pl. labbra) [ˈlabbro] ΟΥΣ αρσ (θηλ)
1. labbro (f.pl. labbra) (sul viso):
- labbro (m.pl. labbri, f.pl. labbra)
-
2. labbro (f.pl. labbra) ΑΝΑΤ (della vulva):
3. labbro <πλ labbri>:
στο λεξικό PONS


PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.