στο λεξικό PONS
Rou·ti·ne·an·ruf <-(e)s, -e> ΟΥΣ αρσ
Rou·ti·ne·un·ter·su·chung <-, -en> ΟΥΣ θηλ
Rou·ti·ne·ar·beit <-, -en> ΟΥΣ θηλ
I. rou·ti·ne·mä·ßig ΕΠΊΘ
Zug-um-Zug-Ge·schäft <-(e)s, -e> ΟΥΣ ουδ ΝΟΜ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Routine-Swap ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
IPO-Geschäft ΟΥΣ ουδ ΤΜΉΜ
Arbitrage-Geschäft ΟΥΣ ουδ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Swap-Geschäft ΟΥΣ ουδ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
Spot-Geschäft ΟΥΣ ουδ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Switch-Geschäft ΟΥΣ ουδ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Trading-Geschäft ΟΥΣ ουδ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Komptant-Geschäft ΟΥΣ ουδ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
Geschäftsverkehr ΠΑΡΑΚΟΛ ΤΗς ΚΥΚΛΟΦ, ΔΗΜΟΣΚ, öffentlicher Verkehr
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.