στο λεξικό PONS
De·pot <-s, -s> [deˈpo:] ΟΥΣ ουδ
D, d <-, - [o. οικ -s, -s]> [de:] ΟΥΣ ουδ
A ΟΥΣ ουδ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
A, a <-, - [o. οικ -s, -s]> [a:] ΟΥΣ ουδ
1. A (Buchstabe):
ιδιωτισμοί:
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Depot D ΟΥΣ ουδ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Depot D-Management ΟΥΣ ουδ ΤΜΉΜ
Depot D-Betreuung ΟΥΣ θηλ ΤΜΉΜ
D ΟΥΣ ουδ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
