στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
rude [βρετ ruːd, αμερικ rud] ΕΠΊΘ
1. rude (impolite):
- rude comment
-
- rude question, reply
-
- rude person
-
2. rude (indecent):
στο λεξικό PONS
-
- rude
- maleducato (-a)
- rude
- maleducato (-a)
- rude person
- villano (-a)
- rude
-
- rude
- villanzone (-a)
-
-
- rude face
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.