Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
rude [βρετ ruːd, αμερικ rud] ΕΠΊΘ
1. rude (impolite):
- rude comment, question, reply
-
2. rude (indecent):
3. rude (abrupt):
- rude shock, reminder
-
- unpardonably rude, arrogant
-
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.