Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. Latin [βρετ ˈlatɪn, αμερικ ˈlætn] ΟΥΣ
new [βρετ njuː, αμερικ n(j)u] ΕΠΊΘ
1. new προσδιορ:
2. new (different):
3. new (recently arrived):
στο λεξικό PONS
I. Latin [ˈlætɪn, αμερικ -ən] ΕΠΊΘ
II. Latin [ˈlætɪn, αμερικ -ən] ΟΥΣ
I. English [ˈɪŋglɪʃ] ΕΠΊΘ
I. new [nju:, αμερικ nu:] ΕΠΊΘ
2. new (latest, replacing former one):
I. Latin [ˈlæt· ə n] ΕΠΊΘ
II. Latin [ˈlæt· ə n] ΟΥΣ
I. English [ˈɪŋ·glɪʃ] ΕΠΊΘ
I. new [nu] ΕΠΊΘ
2. new (latest, replacing former one):
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.