στο λεξικό PONS
Ti·tel <-s, -> [ˈti:tl̩] ΟΥΣ αρσ
1. Titel (Überschrift):
7. Titel ΝΟΜ (vollstreckbarer Rechtsanspruch):
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Titel ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
vollstreckbarer Titel phrase ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
gängiger Titel phrase ΧΡΗΜΑΤΑΓ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.