στο λεξικό PONS
 
 Fest·stel·lung <-, -en> ΟΥΣ θηλ
1. Feststellung (Bemerkung):
2. Feststellung ΝΟΜ (Ermittlung):
-  Feststellung
 -  
 
-  Feststellung
 -  
 
3. Feststellung (Wahrnehmung, Beobachtung):
4. Feststellung (Ergebnis):
5. Feststellung ΝΟΜ:
-  Feststellung des Gerichts
 -  
 
-  Feststellung des Gerichts
 -  
 
-  gerichtliche/rechtliche Feststellung
 -  
 
-  rechtskräftige Feststellung
 -  
 
-  tatsächliche Feststellung ΝΟΜ
 -  
 
 
 Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
 
 
 
 -  
 -  Feststellung θηλ
 
-  
 -  Feststellung θηλ
 
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.