στο λεξικό PONS
I. non-ˈresi·dent ΕΠΊΘ αμετάβλ
1. non-resident (non local):
II. non-ˈresi·dent ΟΥΣ
-
- Nichthotelgast αρσ
I. al·ien [ˈeɪliən] ΕΠΊΘ
1. alien (foreign):
II. al·ien [ˈeɪliən] ΟΥΣ
1. alien τυπικ μειωτ (foreigner):
2. alien (from space):
Nicht·an·säs·si·ge(r) <-n, -n; -n, -n> ΟΥΣ θηλ(αρσ) ΝΟΜ
Ge·biets·frem·de(r) <-n, -n; -n -n> ΟΥΣ θηλ(αρσ) κλιν τύπος wie επίθ
Steu·er·pflich·ti·ge(r) <-n, -n; -n, -n> ΟΥΣ θηλ(αρσ) κλιν τύπος wie επίθ ΧΡΗΜΑΤΟΠ
Ein·kom·men·steu·er·pflicht ΟΥΣ θηλ ΧΡΗΜΑΤΟΠ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
non-resident account ΟΥΣ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Ausländerkonto ΟΥΣ ουδ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.