Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. chart [βρετ tʃɑːt, αμερικ tʃɑrt] ΟΥΣ
wall [βρετ wɔːl, αμερικ wɔl] ΟΥΣ
1. wall (gen):
5. wall μτφ:
στο λεξικό PONS
I. chart [tʃɑ:t, αμερικ tʃɑ:rt] ΟΥΣ
I. wall [wɔ:l] ΟΥΣ
ιδιωτισμοί:
I. chart [tʃart] ΟΥΣ
I. wall [wɔl] ΟΥΣ
1. wall (division structure):
ιδιωτισμοί:
| I | chart | 
|---|---|
| you | chart | 
| he/she/it | charts | 
| we | chart | 
| you | chart | 
| they | chart | 
| I | charted | 
|---|---|
| you | charted | 
| he/she/it | charted | 
| we | charted | 
| you | charted | 
| they | charted | 
| I | have | charted | 
|---|---|---|
| you | have | charted | 
| he/she/it | has | charted | 
| we | have | charted | 
| you | have | charted | 
| they | have | charted | 
| I | had | charted | 
|---|---|---|
| you | had | charted | 
| he/she/it | had | charted | 
| we | had | charted | 
| you | had | charted | 
| they | had | charted | 
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- walk-up
- walkway
- Walkyrie
- wall
- wallaby
- wall chart
- wallcovering
- wall cupboard
- walled
- wallet
- wall-eyed
