Γερμανικά » Γαλλικά

Μεταφράσεις για „Neuvermählte“ στο λεξικό Γερμανικά » Γαλλικά

(Μετάβαση προς Γαλλικά » Γερμανικά)

Neuvermählte(r) ΟΥΣ θηλ(αρσ) κλιν τύπος wie επίθ τυπικ

Neuvermählte(r)
jeune marié(e) αρσ (θηλ)

neuvermähltπαλαιότ

neuvermählt → neu II.3

Βλέπε και: neu

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Zu den Begünstigten gehörten neben Ausgebombten die Kriegsversehrten sowie kinderreiche Familien und Neuvermählte.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "Neuvermählte" σε άλλες γλώσσες

"Neuvermählte" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina