Γαλλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „mühseliger“ στο λεξικό Γαλλικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Γαλλικά)
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: oiselier , fustiger , mitiger , vaseline , neiger , exiger , obliger , reneiger , déneiger , désobliger , négliger , infliger και affliger

fustiger [fystiʒe] ΡΉΜΑ μεταβ

1. fustiger λογοτεχνικό (flageller):

geißeln λογοτεχνικό

2. fustiger (critiquer):

oiselier (-ière) [wazəlje, -jɛʀ] ΟΥΣ αρσ, θηλ

oiselier (-ière)
Vogelhändler(in) αρσ (θηλ)

I . affliger [afliʒe] ΡΉΜΑ μεταβ λογοτεχνικό

II . affliger [afliʒe] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα λογοτεχνικό

I . négliger [negliʒe] ΡΉΜΑ μεταβ

2. négliger (délaisser):

II . négliger [negliʒe] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

reneiger [ʀəneʒe] ΡΉΜΑ αμετάβ απρόσ

II . obliger [ɔbliʒe] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα (s'engager)

III . obliger [ɔbliʒe] ΡΉΜΑ αμετάβ

neiger [neʒe] ΡΉΜΑ αμετάβ απρόσ

vaseline [vazlin] ΟΥΣ θηλ

mitiger [mitiʒe] ΡΉΜΑ μεταβ

mitiger απαρχ:

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γαλλικά

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina