do with στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia

Μεταφράσεις για do with στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά

1. do with (involve):

Μεταφράσεις για do with στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

Μεταφράσεις για do with στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

Μεταφράσεις για do with στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά

1. with (in descriptions):

6. with (accompanied by, in the presence of):

8. with (in relation to, as regards):

what's up with Amy?, what's with Amy? αμερικ

10. with (because of):

18. with (featuring, starring):

to be with it οικ (on the ball)
get with it! οικ (wake up)

I.do1 <3ª persona ενικ pres. does, παρελθ did, μετ παρακειμ done> ΡΉΜΑ μεταβ [βρετ duː, αμερικ du]

1. do (perform task, be busy):

3. do (finish):

6. do (effect change):

II.do1 <3ª persona ενικ pres. does, παρελθ did, μετ παρακειμ done> ΡΉΜΑ αμετάβ [βρετ duː, αμερικ du]

III.do1 <3ª persona ενικ pres. does, παρελθ did, μετ παρακειμ done> ΡΉΜΑ βοηθ ρήμα [βρετ duː, αμερικ du]

it's a poor do if οικ

Βλέπε και: ditto

do with στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για do with στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά

Μεταφράσεις για do with στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

Μεταφράσεις για do with στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

Μεταφράσεις για do with στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά

1. do (carry out):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski