I.up [αμερικ əp, βρετ ʌp]ΕΠΊΡΡup often appears as the second element of certain verb structures in English (back up, pick up, sit up, etc). For translations, see the relevant verb entry (back, pick, sit, etc).
However, during the robbery, the engineer had overshot the crossing in his nervousness, and had to back the train up, causing some of the robbers to move out of position.
As a herald he enjoyed a very large practice and was able to train up a number of skilled and well-qualified assistants who later became officers of arms.
Εδώ μπορείτε να σημειώσετε βελτιωτικές προτάσεις ή σχόλια σχετικά με λάθη σε αυτό το λήμμα:
Ευχαριστούμε! Το μήνυμά σας μεταβιβάστηκε στη σύνταξη PONS.
Παρουσιάστηκε κάποιο λάθος. Παρακαλώ ξαναδοκιμάστε.
Ασκήσεις λεξιλογίου
Πώς μπορώ να μεταφέρω τις μεταφράσεις στον προπονητή λεξιλογίου;
Μαζέψτε όλες τις λέξεις που θέλετε να μάθετε. Θα τις βρείτε μετά στη "Λίστα λεξιλογίου".
Αν θέλετε να περάσετε λήμματα στον προπονητή λεξιλογίου κάντε κλικ στο "Εισαγωγή".
Έχετε υπόψη ότι τα λήμματα σε αυτήν τη λίστα λεξιλογίου διατίθενται μόνο σε αυτό τον περιηγητή. Μόλις τα περάσετε όμως στον προπονητή λεξιλογίου, θα μπορείτε να τα καλέσετε από παντού.