Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
postage [βρετ ˈpəʊstɪdʒ, αμερικ ˈpoʊstɪdʒ] ΟΥΣ
I. excess [βρετ ɪkˈsɛs, ɛkˈsɛs, ˈɛksɛs, αμερικ ɪkˈsɛs, ˈɛksɛs] ΟΥΣ
1. excess (gen):
στο λεξικό PONS
postage [ˈpəʊstɪdʒ, αμερικ ˈpoʊ-] ΟΥΣ no πλ
I. excess <-es> [ɪkˈses] ΟΥΣ
II. excess [ɪkˈses] ΕΠΊΘ
postage [ˈpoʊ·stɪdʒ] ΟΥΣ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.