I. fahr·läs·sig [ˈfa:ɐ̯lɛsɪç] ΕΠΊΘ
II. fahr·läs·sig [ˈfa:ɐ̯lɛsɪç] ΕΠΊΡΡ
- fahrlässige/vorsätzliche Brandstiftung
-
- fahrlässige Tötung
-
- fahrlässige Unterlassung
-
- fahrlässige Körperverletzung
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
- fahrlässige Tötung
- fahrlässige/vorsätzliche Brandstiftung
- fahrlässige Körperverletzung
- fahrlässige Tötung
- fahrlässige/schuldhafte Unkenntnis
- fahrlässige Unterlassung