στο λεξικό PONS
Zug-um-Zug-Ge·schäft <-(e)s, -e> ΟΥΣ ουδ ΝΟΜ
Zu·satz·ge·schäft ΟΥΣ ουδ ΟΙΚΟΝ
Platz·ge·schäft <-(e)s, -e> ΟΥΣ ουδ ΝΟΜ
Ge·schäfts·trä·ger(in) <-s, -> ΟΥΣ αρσ(θηλ)
Ge·schäfts·part·ner(in) <-s, -; -, -nen> ΟΥΣ αρσ(θηλ)
Fernabsatzgeschäft ΟΥΣ
Geschäftsinhaber(in) ΟΥΣ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Terminsicherung ΟΥΣ θηλ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Terminstruktur ΟΥΣ θηλ ΑΣΦΆΛ
Outright-Geschäft ΟΥΣ ουδ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Revolving-Geschäft ΟΥΣ ουδ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Hedge-Geschäft ΟΥΣ ουδ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Komptant-Geschäft ΟΥΣ ουδ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Leasing-Fondsgeschäft ΟΥΣ ουδ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
IPO-Geschäft ΟΥΣ ουδ ΤΜΉΜ
Trading-Geschäft ΟΥΣ ουδ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Switch-Geschäft ΟΥΣ ουδ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
Geschäftsverkehr ΠΑΡΑΚΟΛ ΤΗς ΚΥΚΛΟΦ, ΔΗΜΟΣΚ, öffentlicher Verkehr
Λεξιλόγιο τεχνολογίας ψύξης της GEA
Einsatzgrenze
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.