στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
media student [ˈmiːdɪəˌstjuːdnt, -ˌstuː-] ΟΥΣ
I. media [βρετ ˈmiːdɪə, αμερικ ˈmidiə] ΟΥΣ + verbo ενικ o πλ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡ TV ΡΑΔΙΟΦ
II. media [βρετ ˈmiːdɪə, αμερικ ˈmidiə] plural of
media → medium
I. medium [βρετ ˈmiːdɪəm, αμερικ ˈmidiəm] ΟΥΣ
1. medium <πλ mediums, media>:
2. medium <πλ media> ΤΈΧΝΗ:
3. medium (midpoint):
4. medium <πλ mediums>:
I. medium [βρετ ˈmiːdɪəm, αμερικ ˈmidiəm] ΟΥΣ
1. medium <πλ mediums, media>:
2. medium <πλ media> ΤΈΧΝΗ:
3. medium (midpoint):
4. medium <πλ mediums>:
student [βρετ ˈstjuːd(ə)nt, αμερικ ˈst(j)udnt] ΟΥΣ
1. student:
στο λεξικό PONS
I. medium [ˈmi:·di·əm] ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.