Oxford Spanish Dictionary
I. single [αμερικ ˈsɪŋɡəl, βρετ ˈsɪŋɡ(ə)l] ΕΠΊΘ
1. single (just one):
2.1. single προσδιορ (for one person):
2.2. single προσδιορ (not double):
II. single [αμερικ ˈsɪŋɡəl, βρετ ˈsɪŋɡ(ə)l] ΟΥΣ
singles [αμερικ ˈsɪŋɡlz, βρετ ˈsɪŋɡ(ə)lz] ΟΥΣ ουσ πλ ΑΘΛ
lens <pl lenses> [αμερικ lɛnz, βρετ lɛnz] ΟΥΣ
reflex [αμερικ ˈriˌflɛks, βρετ ˈriːflɛks] ΟΥΣ
1.1. reflex ΦΥΣΙΟΛ:
1.2. reflex (automatic reaction):
2. reflex ΦΩΤΟΓΡ → single-lens reflex
στο λεξικό PONS
I. single [ˈsɪŋgl] ΕΠΊΘ
1. single (one only):
5. single bed, room:
II. single [ˈsɪŋgl] ΟΥΣ
5. single (single room):
I. single [ˈsɪŋ·gəl] ΕΠΊΘ
1. single (one only):
3. single bed, room:
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.