Oxford Spanish Dictionary
 
  
 reflex [αμερικ ˈriˌflɛks, βρετ ˈriːflɛks] ΟΥΣ
1.1. reflex ΦΥΣΙΟΛ:
1.2. reflex (automatic reaction):
2. reflex ΦΩΤΟΓΡ → single-lens reflex
 
  
 στο λεξικό PONS
 
  
 I. reflex <-es> [ˈri:fleks] ΟΥΣ
-  reflex
-  reflejo αρσ
-  conditioned reflex
-  
 
  
 -  
-  reflex
-  
-  reflex
 
  
  
  
 -  
-  reflex
-  
-  reflex
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
