Oxford Spanish Dictionary
I. build <παρελθ & μετ παρακειμ built> [αμερικ bɪld, βρετ bɪld] ΡΉΜΑ μεταβ
1. build (construct, make):
II. build <παρελθ & μετ παρακειμ built> [αμερικ bɪld, βρετ bɪld] ΡΉΜΑ αμετάβ
III. build [αμερικ bɪld, βρετ bɪld] ΟΥΣ
1. build C (body proportions):
2. build C Η/Υ (version of a program):
3. build U (construction):
-
- construcción θηλ
building [αμερικ ˈbɪldɪŋ, βρετ ˈbɪldɪŋ] ΟΥΣ
2. building (construction):
office [αμερικ ˈɔfɪs, ˈɑfɪs, βρετ ˈɒfɪs] ΟΥΣ
1. office C:
2.1. office U (post, position):
3. office <offices, pl > (assistance) τυπικ:
στο λεξικό PONS
I. build [bɪld] built, built ΡΉΜΑ μεταβ
II. build [bɪld] built, built ΡΉΜΑ αμετάβ
III. build [bɪld] ΟΥΣ
-
- complexión θηλ
office [ˈɒfɪs, αμερικ ˈɑ:fɪs] ΟΥΣ
1. office of company:
2. office βρετ ΠΟΛΙΤ:
3. office ΠΟΛΙΤ (authoritative position):
I. build <built, built> [bɪld] ΡΉΜΑ μεταβ
II. build <built, built> [bɪld] ΡΉΜΑ αμετάβ
III. build [bɪld] ΟΥΣ
-
- complexión θηλ
office [ˈɔ·fɪs] ΟΥΣ
1. office of a company:
2. office ΠΟΛΙΤ (authoritative position):
I | build |
---|---|
you | build |
he/she/it | builds |
we | build |
you | build |
they | build |
I | built |
---|---|
you | built |
he/she/it | built |
we | built |
you | built |
they | built |
I | have | built |
---|---|---|
you | have | built |
he/she/it | has | built |
we | have | built |
you | have | built |
they | have | built |
I | had | built |
---|---|---|
you | had | built |
he/she/it | had | built |
we | had | built |
you | had | built |
they | had | built |
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.