στο λεξικό PONS
ˈlife-size(d) ΕΠΊΘ
ˈpock·et-size(d) ΕΠΊΘ
me·dium-ˈsize(d) ΕΠΊΘ αμετάβλ
ˈmid-size(d) ΕΠΊΘ αμετάβλ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
loan to small and medium-sized enterprises ΟΥΣ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
inventory size ΟΥΣ ΛΟΓΙΣΤ
company size ΟΥΣ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
profitability size ΟΥΣ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
profit size ΟΥΣ ΛΟΓΙΣΤ
-
- Gewinngröße θηλ
Ορολογία γεωγραφίας της Ernst Klett Sprachen
medium-sized town ΟΥΣ
population size
farm size ΟΥΣ
mesh opening, mesh size ΟΥΣ
size of farm area ΟΥΣ
regional distribution of farm size ΟΥΣ
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
sample size
population size ΟΥΣ
Ορολογία μαγειρικής της Lingenio
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
cell size ΠΑΡΑΚΟΛ ΤΗς ΚΥΚΛΟΦ
fleet size ΔΗΜ ΣΥΓΚ
Λεξιλόγιο τεχνολογίας ψύξης της GEA
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.