στο λεξικό PONS
varia·tion [ˌveəriˈeɪʃən, αμερικ ˌver-] ΟΥΣ
1. variation no pl (variability):
2. variation (difference):
3. variation ΛΟΓΟΤ, ΜΟΥΣ:
con·tinu·ous [kənˈtɪnjuəs] ΕΠΊΘ προσδιορ, αμετάβλ
1. continuous:
2. continuous ΓΛΩΣΣ:
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
continuous variation ΟΥΣ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
variation
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.