στο λεξικό PONS
con·ˈsul·tan·cy agree·ment ΟΥΣ
agree·ment [əˈgri:mənt] ΟΥΣ
1. agreement no pl (same opinion):
2. agreement (approval):
3. agreement (arrangement):
4. agreement (contract, pact):
5. agreement ΧΡΗΜΑΤΟΠ (consistency):
6. agreement ΓΛΩΣΣ:
con·sul·tan·cy [kənˈsʌltən(t)si] ΟΥΣ
1. consultancy no pl (advice):
2. consultancy (firm):
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
consultancy agreement ΟΥΣ ΟΙΚΟΝ ΔΊΚ
consultancy ΟΥΣ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
consultancy
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.