Ελληνικά » Γερμανικά

σοκ [sɔk] SUBST ουδ αμετάβλ

σομ [sɔm] SUBST ουδ αμετάβλ (νόμισμα)

Som αρσ

σος [sɔs] SUBST θηλ αμετάβλ

Sauce θηλ

σόλο [ˈsɔlɔ] SUBST ουδ αμετάβλ

Solo ουδ

σόου [ˈsɔu] SUBST ουδ αμετάβλ

Show θηλ

σουτ2 [sut] SUBST ουδ αμετάβλ

1. σουτ (με το πόδι):

Schuss αρσ

2. σουτ (με το χέρι):

Wurf αρσ
Freiwurf αρσ

πάσο [ˈpasɔ] SUBST ουδ

1. πάσο (βήμα):

Schritt αρσ

2. πάσο (βίδας):

Gewinde ουδ

3. πάσο (άνοιγμα από κουζίνα προς τραπεζαρία):

Durchreiche θηλ

4. πάσο (στα χαρτιά):

Passen ουδ

μέσο [ˈmɛsɔ] SUBST ουδ

πέσο [ˈpɛsɔ] SUBST ουδ

Peso αρσ

ράσο [ˈrasɔ] SUBST ουδ

2. ράσο (μοναχού):

Kutte θηλ

σύκο [ˈsikɔ] SUBST ουδ

2. σύκο (ψάρι):

Zwergdorsch αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский