Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „παροιμ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πάρσιμο [ˈparsimɔ] SUBST ουδ

1. πάρσιμο (πράξη του παίρνω):

Nehmen ουδ

2. πάρσιμο (πόλης):

Einnahme θηλ

παρ|αινώ <-αινείς, -ήνεσα> [parɛˈnɔ] VERB μεταβ

παρακμή [parakˈmi] SUBST θηλ

παρόλο1 [paˈrɔlɔ] ΣΎΝΔ

παρέα [paˈrɛa] SUBST θηλ

1. παρέα (κύκλος συναναστροφής):

Freundeskreis αρσ

2. παρέα (ομάδα φίλων):

Clique θηλ

παρκέ [parˈcɛ] SUBST ουδ αμετάβλ, παρκέτο [parˈcɛtɔ] SUBST ουδ

πάρτι [ˈparti] SUBST ουδ αμετάβλ

παρ|ών <-ούσα, -όν> [paˈrɔn] ΕΠΊΘ

2. παρών (που έχουμε στα χέρια μας):

hiermit

I . παρ|άγω <-ήγαγα, -ήχθην, -αγμένος> [paˈraɣɔ] VERB μεταβ

II . παράγωμαι VERB αυτοπ ρήμα ΓΛΩΣΣ

παρατ|ώ <-άς, -ησα, -ήθηκα, -ημένος> [paraˈtɔ] VERB μεταβ

2. παρατώ (υπόθεση, παλιό αυτοκίνητο):

πάρκιν [ˈparcin] SUBST ουδ αμετάβλ

παρωδ|ώ <-είς, -ησα> [parɔˈðɔ] VERB μεταβ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский