Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: essence , essentiel και essencerie

essence [esɑ͂s] ΟΥΣ θηλ

essentiel [esɑ͂sjɛl] ΟΥΣ αρσ

2. essentiel (la plus grande partie):

der Großteil [o. das Gros] einer S. γεν

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina