στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
sweet factory [ˈswiːtˌfæktərɪ] ΟΥΣ βρετ
-
- confetteria θηλ
I. sweet [βρετ swiːt, αμερικ swit] ΕΠΊΘ
1. sweet:
2. sweet (kind, agreeable):
3. sweet (pure, fresh):
4. sweet (pretty, cute):
II. sweet [βρετ swiːt, αμερικ swit] ΕΠΊΡΡ
III. sweet [βρετ swiːt, αμερικ swit] ΟΥΣ
IV. sweet [βρετ swiːt, αμερικ swit]
στο λεξικό PONS
I. sweet <-er, -est> [swi:t] ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.