στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia


I. married [βρετ ˈmarɪd, αμερικ ˈmɛrid] ΡΉΜΑ μετ παρακειμ
married → marry
II. married [βρετ ˈmarɪd, αμερικ ˈmɛrid] ΕΠΊΘ
I. marry1 [βρετ ˈmari, αμερικ ˈmɛri] ΡΉΜΑ μεταβ
1. marry:
II. marry1 [βρετ ˈmari, αμερικ ˈmɛri] ΡΉΜΑ αμετάβ


στο λεξικό PONS


PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.