Oxford Spanish Dictionary
witching hour [ˈwɪtʃɪŋ ˌaʊə] ΕΠΊΘ
hour [αμερικ ˈaʊ(ə)r, βρετ ˈaʊə] ΟΥΣ
1.1. hour (60 minutes):
1.2. hour (time of day):
1.3. hour (particular moment):
2.1. hour <hours, pl > (long time):
2.2. hour <hours, pl > (fixed period):
στο λεξικό PONS
witching hour [ˈwɪtʃɪŋˌaʊəʳ, αμερικ ˈwɪtʃɪŋˌaʊr] ΟΥΣ λογοτεχνικό
-
- medianoche θηλ
hour [ˈaʊəʳ, αμερικ ˈaʊr] ΟΥΣ
2. hour (time of day):
3. hour (time for an activity):
4. hour (period of time):
witching hour [ˈwɪtʃ·ɪŋ·ˌaʊr] ΟΥΣ λογοτεχνικό
-
- medianoche θηλ
hour [aʊr] ΟΥΣ
2. hour (time of day):
3. hour (time for an activity):
4. hour (period of time):
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Αναζήτηση στο λεξικό
- wistful
- wistfully
- wistfulness
- wit
- witch
- witching hour
- with
- withdraw
- withdrawable
- withdrawal
- withdrawal symptoms