Oxford Spanish Dictionary
wistful [αμερικ ˈwɪs(t)fəl, βρετ ˈwɪs(t)fʊl, ˈwɪs(t)f(ə)l] ΕΠΊΘ
wistful smile/thought:
- wistful
-
στο λεξικό PONS
wistful [ˈwɪstfəl] ΕΠΊΘ
- wistful (melancholy, nostalgic)
- nostálgico, -a
wistful [ˈwɪst·fəl] ΕΠΊΘ
- wistful (melancholy, nostalgic)
- nostálgico, -a
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.