unity [ˈju:nəti, αμερικ -t̬i] ΟΥΣ usu no pl
1. unity (oneness):
unity ΟΥΣ
-
- Geschlossenheit θηλ
Char·ter of Euro·pean ˈUnity ΟΥΣ EE
Or·gani·za·tion of Af·ri·can ˈUnity ΟΥΣ, OAU ΟΥΣ no pl
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.