στο λεξικό PONS
treat·ment [ˈtri:tmənt] ΟΥΣ
1. treatment no pl (handling):
2. treatment usu ενικ (cure):
3. treatment no pl (processing):
-  treatment of waste
-  
4. treatment (examination):
si·lent [ˈsaɪlənt] ΕΠΊΘ
1. silent:
2. silent (not talking):
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- silent
- silent alarm
- silent discharge
- silent disco
- silent film
- silent treatment
- Silesia
- Silesian
- silhouette
- silica
- silica flour
