στο λεξικό PONS
I. pe·riph·er·al [pəˈrɪfərəl, αμερικ -ˈrɪfɚ-] ΕΠΊΘ αμετάβλ
II. pe·riph·er·al [pəˈrɪfərəl, αμερικ -ˈrɪfɚ-] ΟΥΣ
nerv·ous [ˈnɜ:vəs, αμερικ ˈnɜ:r-] ΕΠΊΘ
sys·tem [ˈsɪstəm] ΟΥΣ
1. system (network):
3. system (method of organization):
4. system ΑΣΤΡΟΝ:
5. system (way of measuring):
7. system ΙΑΤΡ:
8. system μειωτ:
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
PNS ΟΥΣ
PNS συντομογραφία: Paris Net Settlement ΕΠΕΞΕΡΓ ΣΥΝΑΛΛ
Paris Net Settlement ΟΥΣ ΕΠΕΞΕΡΓ ΣΥΝΑΛΛ
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
peripheral nervous system (PNS) ΟΥΣ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- period under review
 - period value
 - period write-off
 - period yield
 - periosteum
 - peripheral nervous system peripheral nervous system PNS
 - peripheral region
 - periphery
 - periphrasis
 - periscope
 - perish