Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. offensive [βρετ əˈfɛnsɪv, αμερικ əˈfɛnsɪv] ΟΥΣ
1. offensive:
2. offensive:
II. offensive [βρετ əˈfɛnsɪv, αμερικ əˈfɛnsɪv] ΕΠΊΘ
peace [βρετ piːs, αμερικ pis] ΟΥΣ
1. peace (absence of conflict):
2. peace (period without war):
3. peace (tranquillity):
στο λεξικό PONS
I. offensive [əˈfensɪv] ΕΠΊΘ
peace [pi:s] ΟΥΣ no πλ
peace a. μτφ:
I. offensive [ə·ˈfen(t)·sɪv] ΕΠΊΘ
peace [pis] ΟΥΣ
peace a. μτφ:
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.