Γαλλικά » Γερμανικά

II . dépasser [depɑse] ΡΉΜΑ αμετάβ

III . dépasser [depɑse] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

dépassé(e) [depɑse] ΕΠΊΘ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina