στο λεξικό PONS
-
- Schatz αρσ <-es, Schạ̈t·ze> οικ
-
- Schatz αρσ <-es, Schạ̈t·ze>
-
- Schatz αρσ <-es, Schạ̈t·ze>
-
- Schatz αρσ <-es, Schạ̈t·ze> οικ
-
- Schatz αρσ <-es, Schạ̈t·ze> οικ
-
- Schatz αρσ <-es, Schạ̈t·ze> οικ
-
- Schatz αρσ <-es, Schạ̈t·ze>
-
- vergrabener Schatz
-
- Schatz αρσ <-es, Schạ̈t·ze>
-
- Schatz αρσ <-es, Schạ̈t·ze> οικ
-
- Schatz αρσ <-es, Schạ̈t·ze> οικ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Schatz-Futures ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
-
- Schatz futures
U-Schatz ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
- U-Schatz (unverzinsliche Schatzanweisung)
-
-
- Schatz-Futures αρσ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.