Fünk·chen <-s, -> [ˈfʏŋçən] ΟΥΣ ουδ
Fun·ke <-ns, -n> [ˈfʊŋkə] ΟΥΣ αρσ
1. Funke (glimmendes Teilchen):
2. Funke (geringes Maß):
-
- Fünkchen ουδ <-s, -> μτφ
-
- Fünkchen ουδ <-s, ->
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.