στο λεξικό PONS
Bi·lanz·prü·fer(in) <-s, -; -, -nen> ΟΥΣ αρσ(θηλ)
- Bilanzprüfer(in)
-
Op·po·si·ti·o·nel·le(r) <-n, -n; -n, -n> ΟΥΣ θηλ(αρσ) κλιν τύπος wie επίθ
Pole·po·si·tion, Pole-Po·si·tion <-> [ˈpo:lpozɪʃn̩] ΟΥΣ θηλ kein πλ ΑΘΛ
TV-Po·si·ti·o·nie·rung ΟΥΣ θηλ
Op·po·si·ti·ons·füh·rer(in) <-s, -; -, -nen> ΟΥΣ αρσ(θηλ)
op·po·si·ti·o·nell [ɔpozitsi̯oˈnɛl] ΕΠΊΘ
1. oppositionell τυπικ (gegnerisch):
2. oppositionell ΠΟΛΙΤ:
-
- opposition προσδιορ
Bi·lanz·pla·nung ΟΥΣ θηλ ΧΡΗΜΑΤΟΠ
Bi·lanz·prü·fung <-, -en> ΟΥΣ θηλ ΧΡΗΜΑΤΟΠ
Po·si·ti·on <-, -en> [poziˈtsi̯o:n] ΟΥΣ θηλ
1. Position τυπικ (Stellung):
3. Position (Standpunkt):
4. Position ΧΡΗΜΑΤΙΣΤ, ΑΕΡΟ, ΝΑΥΣ:
- Positionen glattstellen ΧΡΗΜΑΤΙΣΤ
-
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Bilanzposition ΟΥΣ θηλ ΛΟΓΙΣΤ
Neapel-Konditionen ΟΥΣ θηλ ΥΠΕΡΚΡΑΤ ΟΡΓ
Finanzposition ΟΥΣ θηλ ΛΟΓΙΣΤ
Anlagedispositionen ΟΥΣ θηλ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Futures-Position ΟΥΣ θηλ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.