στο λεξικό PONS
Ge·biets·auf·tei·lung <-, -en> ΟΥΣ θηλ
Ar·beits·auf·trag <-(e)s, -träge> ΟΥΣ αρσ
Con·trol·ling-Ab·tei·lung <-, -en> ΟΥΣ θηλ ΟΙΚΟΝ
Pois·son-Ver·tei·lung [pwaˈsõ-] ΟΥΣ θηλ (Statistik)
PR-Ab·tei·lung [pe:ˈɛr-] ΟΥΣ θηλ
Mul·ti·me·dia-Ab·tei·lung <-, -en> ΟΥΣ θηλ
Raum·auf·tei·lung <-, -en> ΟΥΣ θηλ
Auf·tei·lung <-, -en> ΟΥΣ θηλ
1. Aufteilung (Einteilung):
2. Aufteilung (Fach):
- Aufteilung von Schublade
-
Ar·beits·auf·fas·sung <-, -en> ΟΥΣ θηλ
Arbeitsauffassung → Arbeitsmoral
Ar·beits·mo·ral <-, ohne pl> ΟΥΣ θηλ
ar·beits·auf·wän·dig ΕΠΊΘ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Vermögensaufteilung ΟΥΣ θηλ ΛΟΓΙΣΤ
Support-Abteilung ΟΥΣ θηλ ΤΜΉΜ
Aufteilung ΟΥΣ θηλ ΛΟΓΙΣΤ
Quotenaufteilung ΟΥΣ θηλ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Arbeitslosen- und Insolvenzversicherung ΟΥΣ θηλ ΚΡΆΤΟς
Arbeitsanweisung ΟΥΣ θηλ CTRL
Arbeitsablauf ΟΥΣ αρσ CTRL
Zuteilungspreis ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Verteilung ΟΥΣ θηλ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
Leistungsabteilung ΟΥΣ θηλ ΤΜΉΜ
Γλωσσάρι «Κοινωνική ενσωμάτωση και ισότητα δυνατοτήτων» του Γαλλογερμανικού Γραφείου Νέων (OFAJ)
Zeitarbeitsvertrag ΟΥΣ αρσ
Aufgabenteilung ΟΥΣ θηλ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
Richtungsaufteilung ΥΠΟΔΟΜΉ
Aufteilung
Verkehrsverteilung ΚΥΚΛΟΦ ΡΟΉ
Verkehrszuteilung ΠΡΟΤΥΠΟΠ
Verkehrsteilung ΔΗΜΟΣΚ
Zufallsverteilung ΠΑΡΑΚΟΛ ΤΗς ΚΥΚΛΟΦ, ΠΡΟΤΥΠΟΠ
Klasseneinteilung ΠΡΟΤΥΠΟΠ
Verteilung
Λεξιλόγιο τεχνολογίας ψύξης της GEA
Wicklungsaufteilung
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.