I. be·ing [ˈbi:ɪŋ] ΟΥΣ
III. be·ing [ˈbi:ɪŋ]
being → be:
be <was, been> [bi:, bi] ΡΉΜΑ αμετάβ + ουσ or επίθ
1. be (describes):
2. be (calculation):
4. be (location):
5. be μετ παρακειμ (visit):
7. be (do):
8. be (exist):
9. be:
10. be:
11. be (expresses imperatives):
12. be (expresses continuation):
13. be:
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.