sky [skaɪ] ΟΥΣ
2. sky (area above earth):
ˈblue-sky ΕΠΊΘ
I. sky-ˈhigh ΕΠΊΡΡ
II. sky-ˈhigh ΕΠΊΘ μτφ
sky-high prices, premiums:
- sky-high
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.