στο λεξικό PONS
suc·ces·sor [səkˈsesəʳ, αμερικ -ɚ] ΟΥΣ
ar·range·ment [əˈreɪnʤmənt] ΟΥΣ
1. arrangement (preparations):
- arrangements pl
-
2. arrangement (agreement):
3. arrangement (method of organizing sth):
4. arrangement (ordering):
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
successor arrangement ΟΥΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣ ΔΟΜ
successor ΟΥΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣ ΔΟΜ
arrangement ΟΥΣ ΟΙΚΟΝ ΔΊΚ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- success
- success factor
- successful
- successfully
- succession
- successor arrangement
- successor system
- success rate
- success story
- succinct
- succinctly